κυτταροκινίνη

κυτταροκινίνη
η
βλ. κυτοκινίνη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κυτοκινίνη — και κυτταροκινίνη, η (βιοχ.) φυτική αυξητική ορμόνη που ανακαλύφθηκε το 1964 στους σπόρους τού αραβοσίτου …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”